ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ - Γρηγόρης Μπιθικώτσης: «Ένας αετός» που πέταξε πολύ ψηλά το ελληνικό τραγούδι
Κείμενο και φωτογραφίες αρχείου από τον Αλέξανδρο Παπαδόπουλο
Ήταν ο καλλιτέχνης που τραγούδησε όλους τους μεγάλους Έλληνες ποιητές και τους μετέφερε στα πεζοδρόμια για να τους κάνει κτήμα όλων των απλών ανθρώπων. Η επική φωνή του σημάδεψε τους αγώνες του ελληνικού λαού για ελευθερία και δημοκρατία. Ο κορυφαίος ερμηνευτής και σημαντικότατος συνθέτης που δημιούργησε σχολή στο ελληνικό τραγούδι. Δέκα χρόνια (7 Απριλίου 2005) μετά τον θάνατό του, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, παραμένει ζωντανός μέσα από την μουσική και τα τραγούδια του.
Η φωνή της Ρωμιοσύνης
Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 1922, στην φτωχογειτονιά του Περιστερίου. Παιδί μιας οκταμελούς οικογένειας, πολύ φτωχής άρχισε από τα παιδικά του χρόνια να ασχολείται με τη μουσική , κι ενώ τα αδέλφια του, το 40 έφυγαν για το Ελληνοαλβανικό Μέτωπο εκείνος έμεινε πίσω, ασκούσε το επάγγελμα του υδραυλικού και μάθαινε κιθάρα.
Το 1948 γνωρίστηκε εντελώς τυχαία με τον Μίκη Θεοδωράκη στην Κερατέα. Εκεί σταμάτησε ένα καμιόνι, που μετέφερε κρατουμένους στο Λαύριο για να οδηγηθούν στη Μακρόνησο. Υπήρχε μια βρύση κι ένας στρατιώτης γέμισε το παγούρι του και τους έδωσε νερό να πιουν. Ο στρατιώτης ήταν ο Μπιθικώτσης, που εκτελούσε χρέη μεταγωγών.
Υπηρετώντας τη θητεία του στη Μακρόνησο έγραψε τα πρώτα του τραγούδια και τα βράδια έπαιζε στη Λέσχη Αξιωματικών. Μετά την απόλυσή του, δημιούργησε το δικό του συγκρότημα και το 1949 μπήκε στη δισκογραφία ως συνθέτης. Τίτλος του πρώτου του δίσκου το «Καντήλι τρεμοσβήνει», σε στίχους Χαράλαμπου Βασιλειάδη. Στο τραγούδι, ο ίδιος ο Μπιθικώτσης, μαζί με τον Βαμβακάρη.
Κυριάρχησε πάνω από μισό αιώνα στο ελληνικό τραγούδι και πριν την συνάντηση του με τον Μίκη Θεοδωράκη, που αναμφισβήτητα στάθηκε σταθμός στην καριέρα του, ήταν ένας λαϊκός καταξιωμένος τραγουδιστής έχοντας ερμηνεύσει Βαμβακάρη, Τσιτσάνη, Μητσάκη, Παπαϊωάννου, Άκη Πάνου αλλά και αργότερα Σταύρο Ξαρχάκο και Δήμο Μούτση.
Από την δεκαετία του ΄50 ως το ΄70 επικράτησε στην Αθηναϊκή νύχτα ως μουσικός ερμηνευτής, εμφανίσθηκε στα κοσμικότερα κέντρα της πρωτεύουσας κι ένιωσε τη χαρά της ανακάλυψης νέων, πολλά υποσχόμενων φωνών, όπως της Βίκυς Μοσχολιού και της Πόλυς Πάνου. Ο Μίκης Θεοδωράκης το 1959 τον οδήγησε στις μεγάλες θεατρικές σκηνές του «Ρέξ» και του «Καλουτά».
Σαν τραγουδιστής έκανε περάσματα και από τις ταινίες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Ξεχωριστές οι εμφανίσεις του σε φιλμ όπως «Μοντέρνα σταχτοπούτα» (1965) όπου τραγουδούσε την «Υπομονή» με την Αλίκη Βουγιουκλάκη , στα «Κόκκινα φανάρια» (1963) ερμηνεύοντας την «Άπονη ζωή» με τον Γιώργο Ζαμπέτα και την Δέσπω Διαμαντίδου και τον Γιώργο Φούντα να χορεύει μαζί με τις Μαίρη Χρονοπούλου και Κατερίνα Χέλμη ή στην «Συνοικία το όνειρο» (1961) με το «Βρέχει στη φτωχογειτονιά» υπό το βλέμμα του Αλέκου Αλεξανδράκη.
Την περίοδο που τραγουδούσε στα λαϊκά κέντρα τον άκουγαν όλα τα μεγάλα ονόματα του διεθνούς «τζετ σετ» που επισκέπτονταν τη χώρα μας, μεταξύ των οποίων, ο Αλέν Ντελόν και η Σοράγια, καθώς και ο Αριστοτέλης Ωνάσης.
Το 1937 είχε ακούσει στην ταβέρνα του Παρλιάρα, τους Βαμβακάρη, Χιώτη και Παγιουμτζή και όπως ο ίδιος αφηγείτο , η συνάντηση του με τον Βαμβακάρη ήταν αυτή που πάντα τον συγκινούσε , γιατί του άλλαξε την σχέση του με τη μουσική. «Υπεράνω όλων -τόνιζε- ο Μάρκος Βαμβακάρης».
Στο αποκορύφωμα της καριέρας του έφτασε ερμηνεύοντας μελοποιημένη ποίηση, τον «Επιτάφιο» , την «Ρωμιοσύνη» , το «Αξιον Εστί» και το «Τραγούδι του νεκρού αδελφού». «Κάθε μέρα -σημείωνε σχετικά ο τραγουδιστής- μ΄ αρέσει να σιγοτραγουδώ Ελύτη, Γκάτσο, Σεφέρη, Χριστοδούλου, Λειβαδίτη. Τα λόγια τους με αγγίζουν με συγκινούν».
Στην περίπτωση του «Επιταφίου», η ερμηνεία του ήταν τόσο συγκλονιστική που το κοινό ταύτισε το έργο με τον Μπιθικώτση κι ας το ερμήνευσαν επίσης η Νάνα Μούσχουρη και η Μαίρη Λίντα, δύο εξίσου σημαντικές καλλιτέχνιδες.
Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης ως δημιουργός έχει συνθέσει περισσότερα από 80 τραγούδια, πολλά από τα οποία έγιναν μεγάλες επιτυχίες , όπως « Επίσημη αγαπημένη» και « Στου Μπελαμί το ουζερί» «Φεγγάρι χλωμό». Συνεργάστηκε και με τον Μάνο Χατζιδάκι, ερμηνεύοντας πρώτος το «Γαρύφαλλο στ' αυτί».
Ο Δημήτρης Ψαθάς έγραψε ένα χρονογράφημα για τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, στη στήλη του, στην εφημερίδα «Τα Νέα» και τον χαρακτήρισε «Σερ Μπιθί» με αφορμή το στίχο τραγουδιού «μια βαθιά υπόκλιση, ένα χειροφίλημα», χαρακτήρισε με αυτό τον τρόπο τον Γρηγόρη Μπιθικώτση. Ένας τίτλος που τον συνόδευσε σε ολόκληρη την καλλιτεχνική του ζωή και άρμοζε ακόμη και λόγω του παρουσιαστικού του, από τους πιο καλοντυμένους τραγουδιστές, αλλά και για τον τρόπο που στεκόταν στο πάλκο και ερμήνευε τα τραγούδια.
Τρεις μόλις μήνες μετά την επικράτηση της Δικτατορίας του 1967, στις 13 Ιουλίου 1967, ο Μπιθικώτσης μαζί με την Βίκυ Μοσχολιού, τραγούδησαν στο νυχτερινό κέντρο Δειλινά (Αθήνα), σε πρώτη δημόσια εκτέλεση, τον Ύμνο της 21ης Απριλίου, «Μέσα στ΄ Απρίλη τη γιορτή». (στίχοι Η. Καραμανέα και μουσική Α. Ρεμούνδου), σε εκδήλωση του τότε Ρ/Σ της ΥΕΝΕΔ υπό την καλλιτεχνική παρουσίαση του Γ. Οικονομίδη. Την συμμετοχή του Γ. Μπιθικώτση προσπάθησε ν΄ αποτρέψει ο Μίκης Θεοδωράκης με προσωπική του επιστολή. Ένα περιστατικό που συζητήθηκε πολύ εκείνο τον καιρό.
Υπήρχε για πολλά χρόνια η φήμη περί κόντρας του Μπιθικώτση με τον Στέλιο Καζαντζίδη. Γεγονός αναμφισβήτητο πως και οι δύο ήταν κορυφαίοι και αναμορφωτές του μεταπολεμικού ελληνικού τραγουδιού. Αλλά επί της ουσίας ο ένας θαύμαζε τον άλλον. Ο Μπιθικώτσης είχε πει κάποτε σχετικά με την φημολογούμενη κόντρα με τον Καζαντζίδη: «...είναι αρχηγός στη μισή Ελλάδα κι εγώ στην υπόλοιπη. Όπως έχει αρσενικό και θηλυκό, βοριά και νοτιά, θάλασσα και βουνό έχει Μπιθικώτση και Καζαντζίδη. Ο Καζαντζίδης είναι πρώτος αλλά... στην άλλη όχθη του τραγουδιού. Κυλάει το ποτάμι κι έχει δύο όχθες. Από τη μια είμαι ‘γώ, από την άλλη αυτός. Είναι ένας λαϊκοδημοτικός τραγουδιστής αξεπέραστος. Τό ‘πα κι αλλιώς: Αυτός αρχηγός της χωροφυλακής και ‘γω της Αστυνομίας Πόλεων»
Έκανε δύο γάμους και απέκτησε τρία παιδιά. Ο γιος του, Γρηγόρης, έχει το όνομα του πατέρα του και είναι επίσης τραγουδιστής. Όταν κάποτε ρωτήθηκε γιατί επέλεξε να δώσει στον γιο του το ίδιο όνομα μ’ εκείνον, απάντησε «Γιατί όταν μια μέρα πεθάνω, θα ήθελα να επιστρέψει μετά την κηδεία στο σπίτι ένας Γρηγόρης Μπιθικώτσης».
Τιμήθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο τον Ιανουάριο του 2003 με το Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Φοίνικα, καθώς και με το Χρυσό Μετάλλιο της Πόλης των Αθηνών. Επίσης, έχουν γίνει πολλές συναυλίες προς τιμήν του. Τον Ιούνιο του 1997 οργανώθηκε λαϊκή συναυλία για να τιμηθούν τα 50 χρόνια προσφοράς του στο λαϊκό τραγούδι, ενώ σημαντική είναι η συναυλία που διοργανώθηκε από το υπουργείο Πολιτισμού στις 11 Μαρτίου 2002 στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, με πρωτοβουλία του Γιώργου Νταλάρα και τη συμμετοχή δεκάδων σημαντικών καλλιτεχνών και το 2004 του απονεμήθηκε το Τιμητικό Βραβείο στα Μουσικά Βραβεία Αρίων του MEGA.
Τον Δεκέμβριο του 2004, εισήχθη σε ιδιωτικό θεραπευτήριο της Αθήνας με σοβαρά προβλήματα υγείας και λίγους μήνες αργότερα, την Πέμπτη 7 Απριλίου 2005 αναχώρησε για το «πάλκο του ουρανού», προκαλώντας πανελλήνια συγκίνηση. Στο τραγούδι «Ένα όμορφο αμάξι με δυο άλογα» ακούγονται οι εξής στίχοι: «Ένα όμορφο αμάξι με δύο άλογα / να μου φέρετε τα μάτια μου σαν κλείσω....το ένα τ` άλογο να είναι άσπρο / όπως τα όνειρα που έκανα παιδί / το άλλο τ` άλογο να είναι μαύρο / σαν την πικρή μου την κατάμαυρη ζωή». Αυτό έγινε πραγματικότητα προς τιμήν του στην κηδεία του την Δευτέρα 11 Απριλίου 2005 καθώς έξω από την Μητρόπολη Αθηνών που ψαλλόταν η νεκρώσιμη ακολουθία βρισκόταν μια άμαξα με ένα άσπρο κι ένα μαύρο άλογο που τον συνόδεψε μαζί με πλήθος κόσμου ως το Α' Νεκροταφείο Αθηνών, όπου πραγματοποιήθηκε η ταφή του με δαπάνη του υπουργείου Πολιτισμού.
Απλός και απέριττος σαν άνθρωπος, προσιτός, με κατανόηση, γενναιόδωρος, ανοιχτός σε όλα, πρόθυμος να βοηθήσει τον κόσμο και βαθύτατα φιλοσοφημένος με κοινωνική μόρφωση. Διάβαζε πολύ και ενδιαφερόταν για ότι συνέβαινε στον κόσμο. Η δόξα δεν τον επηρέασε. Παρέμεινε πάντα ο Γρηγόρης. Είχε μια ζωή γεμάτη από ευχάριστες και δύσκολες στιγμές και έναν αγώνα ως το τέλος.
Ο Μπιθικώτσης υπήρξε ο ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΗΣ! Η φωνή του έβγαινε από το χώμα, δεν την έφτιαχνε. Αυτοδίδακτος καλλιτέχνης. Άνοιγε το στόμα του και έβγαινε η Ελλάδα! Δεν χαρακτήρισε την εποχή του, ήταν ο ίδιος η εποχή του όπως οι μεγάλοι καλλιτέχνες. Εντυπωσίαζε όχι σαν διασκεδαστής, αλλά με το ανάστημα, την αρχοντιά και την αγέρωχη εμφάνισή του και αυτά τα στοιχεία δεν καθρέφτιζαν μόνο την καλλιτεχνική του οντότητα, αλλά και τον χαρακτήρα του. Με εκπληκτικό μέταλλο και βάθος φωνής, αυτής της επικής, ξύλινης όπως χαρακτήρισαν πολλοί φωνής, που δεν τη στόλιζε με φιοριτούρες, έχει δώσει μοναδικά ερμηνευτικά αριστουργήματα στο ελληνικό τραγούδι, από βαριά λαϊκά, όπως οι «Βεργούλες», ως το μεγαλειώδες «Αξιον εστί» του Μίκη Θεοδωράκη και του Οδυσσέα Ελύτη, «Της αγάπης αίματα με πορφύρωσαν…». «Ένας αετός» που πέταξε πολύ ψηλά το ελληνικό τραγούδι…
Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης μέσα από την αυτοβιογραφία του «Εγώ, ο Σερ» που επιμελήθηκε ο Πάνος Γεραμάνης:
«Το δυσκολότερο έργο που έχω τραγουδήσει είναι η "Ρωμιοσύνη". Η "Ρωμιοσύνη". Ισοδυναμεί με 100 δασκάλους, όπου πάνε και σπουδάζουν φωνητική».
«Στη ζωή μου πρόσεχα τις κινήσεις και τις γνωριμίες μου. Υπήρξα αυτοδίδακτος. Πάντα διασταύρωνα τις σκέψεις μου με αξιόλογους ανθρώπους –και ήμουν ανήσυχος από τα 17 μου χρόνια».
«Προβληματίζομαι, πολλές φορές, για το πώς γράφεται ένα τραγούδι κι ας είμαι μέσα στα πράγματα. Άλλοι λένε ότι γράφουν τη μουσική και τη δίνουν σ’ ένα στιχουργό να τους γράψει στίχους. Αυτόν τον τρόπο δεν τον βρίσκω σωστό. Και δεν έγραψα ποτέ έτσι τραγούδια. Ήθελα να ’χω πάντα τους στίχους μπροστά μου. Να τους διαβάζω, να με αγγίζουν και να γράψω τη μουσική που θα μου ’ρθει εκείνη τη στιγμή».
«Δεν ζήλεψα ποτέ τίποτα. Είναι το μόνο που απαγορεύεται για μένα. Να μη ζηλεύεις κανέναν. Όταν ζηλεύεις δεν σ’ αφήνει η ζωή να κάνεις βήματα μπροστά, να προχωρήσεις. Ασχολείσαι με το τι κάνει ο ένας. Τι κάνει ο άλλος. Θα πρέπει ο καθένας να κοιτάζει τη δουλειά του και όλα θα τα βρει μπροστά του, όταν ασχοληθεί με τον εαυτό του και με κανέναν άλλον. Να ψάχνει βαθιά τον εσωτερικό του κόσμο. Όλα τα άλλα θα τα βλέπει σαν λαχεία. Είναι λαχείο για τον κάθε άνθρωπο να πετύχει μέσα στη ζωή».
«Δεν φοβάμαι τίποτα. Ούτε τον θάνατο τον φοβάμαι. Τον έχω πολύ σοβαρά υπόψη μου. Με πειράζει μόνο που είναι πονηρός, στην πραγματικότητα μόνο ο θάνατος είναι πονηρός. Στη ζωή τίποτα πονηρό δεν υπάρχει, αφού οτιδήποτε μπορείς να το πάρεις χαμπάρι και να το κάνεις πέρα. Ενώ δεν ξέρεις πότε φεύγεις. Εγώ θα ήθελα να ξέρω πότε θα φύγω απ΄ τη ζωή».
Δισκογραφία
Προσωπική δισκογραφία
- Επιτάφιος (1960)
- Πολιτεία Α (1961)
- Το τραγούδι του νεκρού αδερφού (1962)
- Επιφάνια (1962)
- Το Άξιον Εστί (1964)
- Πολιτεία Β (1964)
- Ρωμιοσύνη (1966)
- Επίσημη αγαπημένη (1968)
- Μια γυναίκα φεύγει (1969)
- Μαζί με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση (1970)
- Ο Μπιθικώτσης (1970)
- Α-Ω (1971)
- Ουράνιο τόξο (1972)
- Πράσινο φως (1973)
- Μικροί καημοί (1975)
- Στη μεγάλη λεωφόρο (1976)
- Χαμένες αγάπες (1977)
- Οκτώβρης '78 (1978)
- Πατέρα μου (1979)
- Μεγαλοπρέπεια (1980)
- Παράπονα της πλώρης (1981)
- Σήμερα (1986)
- Ο άγνωστος Θεός (1990)
Συμμετοχές
- Πολιτεία Α (1961)
- Όμορφη Πόλη (1962)
- Η συναυλία στο Κεντρικό (1961)
- Κόκκινα φανάρια (1963)
- Η Ελλάς χωρίς ερείπια (1964)
- Χρυσοπράσινο φύλλο (1965)
- Ένα μεσημέρι (1966)
- Η πόρτα ανοίγει (1967)
- Μάρκος ο δάσκαλος μας (1968)
- Τσιτσάνης (Τα κλειδιά) (1968)
- Χρώματα (1968)
- Ένα χαμόγελο (1969)
- Κόσμε αγάπη μου (1969)
- Επιστροφή (1970)
- Χαλάλι σου ζωή (1971)
- Μικρές ώρες (1972)
- Πρώτη εκτέλεση (1973)
- Τα ωραία του Τσιτσάνη (1973)
- Θαλασσινά φεγγάρια (1974)
- Αρχιπέλαγος (1976)
- Ζήτω το Ελληνικό τραγούδι (1987)
Σημαντικές συλλογές
- Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης τραγουδά Μίκη Θεοδωράκη (1974)
- Τα αυθεντικά (1975)
- 14 χρυσές επιτυχίες 1 & 2 (1977)
- Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης τραγουδά Μίκη Θεοδωράκη No2 (1978)
- Τα αυθεντικά Νο2 (1984)
- Οι πρώτες εκτελέσεις (2003)
- 50 Χρόνια 1949 - 2000 (2005)
- Ανθολόγιο 1923-2005 (2006)
- Από τις 78 στροφές (2007)
Μεγάλες στιγμές του στο τραγούδι: